Ο αρχαιολογικός χώρος της Αιανής αποτελείται από την αρχαία πόλη που αναπτύσσεται πάνω σε έναν επιβλητικό λόφο, τη Μεγάλη Ράχη, βόρεια της σημερινής κωμόπολης, και από τις νεκροπόλεις της, που εκτείνονται βόρεια και ανατολικά του λόφου, στις θέσεις ”Λειβάδια” και ”Τσκάρια”.
Βρέθηκαν τρία μεγάλα δημόσια κτήρια και πολλές ιδιωτικές κατοικίες με πλούσια κινητά ευρήματα. Τα δυο μεγάλα καταλαμβάνουν κλιμακωτά τμήματα στα ανατολικά ευρύχωρα πλατώματα. Το τρίτο οικοδόμημα βρίσκεται στο υπερκείμενο νότιο επίσης ευρύχωρο, κορυφαίο πλάτωμα. Στην αυλή του ανακαλύφτηκε τεράστια δεξαμενή λαξεύμενη στο βράχο, βάθους 8,5 μ. και πλάτους 4,5 μ., η οποία με την περισυλλογή του βρόχινου νερού συνέβαλλε στην υδροδότηση της πόλης. Τα κτήρια, με τις συμβατικές ονομασίες ”Μεγάλοι Δόμοι” και ”Στωικό Κτήριο”, τα χαρακτηρίζουν χώροι με στοές και παρά την αρπαγή, ιδιαίτερα των μαρμάρινων αρχιτεκτονικών μελών τους, διασώζουν κομμάτια από ζωγραφιστές υδρορρόες, δωρικά και ιωνικά κιονόκρανα, καθώς και σφόνδυλους ημικιόνων. Αυτά προϋποθέτουν την ύπαρξη πρώτου ορόφου και μαρτυρούν τη μεγαλοπρέπεια και τη σωστή αρχιτεκτονική οργάνωση του χώρου. Το ”Στωικό Κτήριο” του μεσαίου πλατώματος ερμηνεύεται πιθανότατα ως αρχαία αγορά. Στην αυλή του τρίτου κτηρίου, στο κορυφαίο πλάτωμα, αποκαλύφτηκε τεράστια κυκλική δεξαμενή λαξευμένη στο βράχο, η οποία με την περισυλλογή του βρόχινου νερού συνέβαλλε στην υδροδότηση της πόλης.
Οι χώροι των οικιών σε ορισμένες περιπτώσεις κατανέμονται, λόγω της κλίσης του εδάφους, σε διαφορετικά επίπεδα. Σκάλες με λίθινα σκαλοπάτια οδηγούν στα πάνω δωμάτια, ενώ συγχρόνως στην πίσω πλευρά διαμορφώνονται υπόγεια. Τα σπίτια διέθεταν μικρές αυλές, δωμάτια με εστίες, αποθηκευτικούς χώρους με πιθεώνες και δωμάτια-εργαστήρια με λίθινους χειρόμυλους στις γωνίες. Επισκέψιμες είναι οι οικίες με τα συμβατικά ονόματα ”Σπίτι με τα πιθάρια”, ”Σπίτι με τις σκάλες” και ”Σπίτι με τις αγνύθες”, οι οποίες χρονολογούνται στο 300 – 100 π.Χ. Οικοδομικά λείψανα έχουν εντοπιστεί σε όλη την έκταση των επάλληλων πλατωμάτων του λόφου. Στη βόρεια πλευρά του λόφου, στους πρόποδες, ήρθε στο φως αναλημματικός τοίχος μήκους 15 μ.
Έξω από την Αιανή εκτείνεται η νεκρόπολη της με νεκροταφεία από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού μέχρι τα υστεροελληνιστικά χρόνια. Τα πλούσια κτερίσματα, ιδιαίτερα των ασύλητων λακκοειδών τάφων παρουσιάζουν εξαιρετική ποιότητα, πλούτο και ποικιλία, στοιχεία που μαρτυρούν το υψηλό πολιτισμικό επίπεδο της περιοχής και εντάσσουν την Αιανή στο πολιτισμικό και θρησκευτικό κοινό των υπόλοιπων Ελλήνων.
Στη βασιλική νεκρόπολη των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων (1 χιλ. βόρεια της Μεγάλης Ράχης) έχουν αποκαλυφτεί 12 μεγάλοι κτιστοί θαλαμωτοί , μικρότεροι κιβωτιόσχημοι καθώς και πολλοί λακκοειδείς τάφοι. Τέσσερις κτιστοί τάφοι φέρουν ορθογώνιους περιβόλους, δηλαδή ορθογώνιες κατασκευές από λιθόπλινθους, ενώ τρεις περίβολοι περιέκλειαν λακκοειδείς ταφές. Ο μεγαλύτερος κτιστός τάφος, ο τάφος Α΄, έχει διαστάσεις 11 x 11 μ. περίπου με πλευρές πλάτους 3 μ., πάνω στις οποίες στηριζόταν ναόσχημη υπέργεια κατασκευή. Στον κτιστό τάφο Β΄, διαστάσεων 8 x 8 μ., διασώθηκαν οι μονόλιθοι της επίπεδης στέγης του θαλάμου. Ο τάφος Δ΄ περικλείεται από οικοδόμημα ορθογώνιας κάτοψης με χαρακτήρα προφανώς λατρευτικό. Αντικειμενικά κριτήρια για τον χαρακτηρισμό των μεγάλων τάφων ως βασιλικών, αποτελούν, εκτός των κινητών ευρημάτων, οι ναόσχημες κατασκευές πάνω και γύρω τους, οι οποίες δηλώνουν ότι οι νεκροί δεν ήταν απλοί άνθρωποι, αφού ηρωοποιήθηκαν μετά θάνατο τους και λατρεύτηκαν.
Περίλαμπρα ταφικά μνημεία, ως σήματα επιφανών νεκρών, όπως αγάλματα λιονταριών, αγάλματα κούρων και κόρης, άγαλμα γενειοφόρου των αρχών του 5ου αι. π.Χ., ζωγραφιστές ιωνικές, ανθεμωτές στήλες, όλα σε ντόπιο μάρμαρο και λίθο, καθιστούν μοναδική τη νεκρόπολη της Αιανής. Τα επιγραφικά ευρήματα χρονολογούνται από τα υστεροαρχαϊκά χρόνια.